αποποινικοποίηση

αποποινικοποίηση
yasallaştırma, suç olmaktan çıkarma

Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • αποποινικοποίηση — η η κατάργηση του ποινικού χαρακτήρα μιας πράξης: Αποποινικοποίηση της μοιχείας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”